-
Δημοσιεύσεις
366 -
Εγγραφή
-
Αξιολογήσεις
100%
Content Type
Προφιλ
Περιοχές Συζητήσεων
Κατάστημα
Αγγελίες
Calendar
Everything posted by anle
-
Ένα ζευγάρι ηλικιωμένων κάθεται σε μια καφετέρια και θυμάται τα νιάτα του. Θυμάσαι, λέει ο γέρος στην γριά, που πρωτοσυναντηθήκαμε πριν 50 χρόνια σε ετούτη εδώ την καφετέρια και μόλις βγήκαμε από εδώ, σε πήγα πίσω στον φράχτη του διπλανού εργοστασίου και κάναμε σεξ; Και βέβαια το θυμάμαι, λέει η γριά. Ε, λοιπόν για χάρη εκείνης της μέρας, λέω να το ξανακάνουμε απόψε. Βεβαίως, λέει η γριά και σηκώνονται και οι δυο να βγουν από την καφετέρια. Ένας τυπάκος που καθόταν εκεί δίπλα και άκουσε την συνομιλία, σκέφτηκε: "Γούστο θα έχει να πάρω μάτι τα γερόντια" και τους ακολούθησε. Βλέπει λοιπόν την γριά να σηκώνει την φούστα και να πιάνει τον φράχτη του εργοστασίου για να στηριχτεί. Από πίσω ο γέρος έχοντας κατεβάσει τα παντελόνια, της τον ακουμπάει. Το τι ακολούθησε μετά δεν περιγράφεται. Το πιο άγριο σεξ που είχε δει ποτέ ο ματάκιας! Για 40 λεπτά, χωρίς διακοπή, το ζευγάρι τιναζόταν έξαλλα, κουνιόταν σπασμωδικά και οι δυο τους, ούρλιαζαν με τεντωμένες τις φλέβες και γουρλωμένα μάτια. Στο τέλος κατέρρευσαν και έπεσαν στο χώμα. Ο ματάκιας έπαθε πλάκα. Ποτέ δεν είχε δει, ούτε ακούσει για τόσο παρατεταμένο και τόσο άγριο σεξ, πόσο μάλλον από δυο γερόντια. "Πρέπει να μάθω το μυστικό τους" σκέφτηκε. Περίμενε να συνέλθουν και πλησίασε τον γέρο. Παππού, λέει, χωρίς να το θέλω, είδα το σκηνικό και εντυπωσιάστηκα. Ποιο είναι το μυστικό σου; Έτσι το έκανες και πριν πενήντα χρόνια; Λοιπόν παιδί μου, απαντά ο γέρος, υπάρχει μια διαφορά από τότε. Ο ΓΑ*ΗΜΕΝΟΣ Ο ΦΡΑΧΤΗΣ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΟΣ!!! --------------------------------------------------------------------- Δύο φίλες μιλάνε στο τηλέφωνο. Αχ βρε φιλενάδα, έχω ένα πρόβλημα. Δεν ξέρω τι δώρο να πάρω στον άντρα μου στα γενέθλιά του. Γιατί δεν του παίρνεις ένα ********ι; Όχι, όχι ********ι του πήρα πέρυσι. Τότε πάρε του μια πίπα. Πάλι; Πίπα του πήρα πρόπερσι. Ε, τότε πάρε του ένα αναπτήρα. Αναπτήρα… μα δεν καπνίζει!!!
-
Πάει ο λαγός στο σπίτι του λιονταριού, χτυπάει την πόρτα και του ανοίγει το λιονταράκι: Είναι εδώ ο πατέρας σου; του λέει ο λαγός. Όχι του απαντάει το λιονταράκι. Όταν γυρίσει πες του ότι τη γλίτωσε, γιατί αν ήταν εδώ θα τον γαμο*σα! Πάει ξανά την επόμενη μέρα ο λαγός και χτυπάει την πόρτα του λιονταριού. Ανοίγει πάλι το λιονταράκι. Είναι εδώ ο πατέρας σου; τον ρωτάει Όχι λέει το λιονταράκι. Όταν γυρίσει πες του ότι πάλι τη γλίτωσε, γιατί αν ήταν εδώ θα τον γαμο*σα! Το ξανακάνει αυτό ο λαγός για μια δυο μέρες, ώσπου το μαθαίνει το λιοντάρι και γίνεται μπαρούτι. Τον πού*τη το λαγό, θα του την στήσω και θα τον ξεσκίσω. Πράγματι, την επόμενη μέρα ξαναπάει ο λαγός στο σπίτι του λιονταριού. Χτυπάει την πόρτα, και του ανοίγει πάλι το λιονταράκι. Είναι εδώ ο πατέρας σου; τον ρωτάει. Εκείνη τη στιγμή, πετιέται έξω ο μπαμπάς λιοντάρι και χιμάει στο λαγό. Τρέχει, τον κυνηγάει παντού στο δάσος πέρα δώθε, ώσπου ο λαγός περνάει ανάμεσα από δυο δέντρα. Πάει να περάσει και το λιοντάρι και σφηνώνεται. Τότε πάει από πίσω ο λαγός και αρχίζει να τον γαμ*ει. Μόλις τελείωσε, του λέει: Θα σε γαμο*σα στο σπίτι αλλά ήταν μπροστά το παιδί σου!!! -------------------------------------------------------------------- Πηγαίνει μια γυναίκα στον γιατρό της, και του λέει: Γιατρέ μου, έχω έναν πόνο στην πλάτη. Χμ, γδυθείτε και κάντε κατακόρυφο μπροστά στον καθρέφτη με τα πόδια ανοιχτά, της λέει ο γιατρός. Γδύνεται όλο απορία η γυναίκα, κάνει κατακόρυφο μπροστά τον καθρέφτη και ανοίγει τα πόδια. Σε λίγο, την πλησιάζει ο γιατρός ατάραχος, και βάζει το πηγούνι του πάνω στο αιδοίο της. Μετά από λίγο, φεύγει από πάνω της και της λέει:. Ντυθείτε. Λοιπόν γιατρέ μου; ρωτάει ηγυναίκα. Δεν είναι τίποτα, πάρτε αυτά τα φάρμακα και ελάτε σε δύο βδομάδες να σας ξαναεξετάσω. Τότε γιατρέ μου, γιατί με βάλατε να κάνω όλα αυτά μπρος στον καθρέφτη; ρωτάει η γυναίκα. Έχω κάποια περίεργη ασθένεια; Μπα, μην ανησυχείτε, λέει ο γιατρός. Δεν ήταν τίποτα... Απλά ήθελα να δω αν μου πάει το μούσι!!! ----------------------------------------------------------------------- Σε ένα παγκάκι κάθονται δύο 80ρηδες. Κάποια στιγμή, ρωτάει ο ένας τον άλλον: Θυμάσαι ρε Τάσο, κάτι χάπια που μας δίνανε στον στρατό για να μην μας σηκώνεται; Ναι ρε Χρήστο, θυμάμαι, λέει ο άλλος, που τα θυμήθηκες τώρα; Ε, να, νομίζω, ότι εμένα τώρα άρχισαν να με πιάνουν!!!
-
Ένας Κύπριος συζητούσε με ένα Έλληνα φίλο του και του έλεγε την ιστορία: . . .όταν ήμασταν μικρά, στο Δημοτικόν, εβλέπαμεν τα κοριτσάκια που επαίζανεν σχινάκιν , και σηκωνότανεν η φουστίτσα τους, και καβ*ώναμεν. . . και μετά πηγαίναμεν και τη χώναμεν στην άμμον και ξεκα*λώναμεν. . . στο Γυμνάσιον, αργότερα, εβλέπαμεν τα κοριτσάκια που τρέχανεν πάνω κάτω και παίζανεν μήλαν, και κουνιότανεν τα κολ*ράκια τους και καβ*ώναμεν... και μετά πηγαίναμεν και τη χώναμεν στην άμμον και ξεκαβ*ώναμεν. . . στο Λύκειον, εβλέπαμεν τα κοριτσάκια που παίζανεν μπάσκετ, και ανεβοκατέβαιναν τα βυζ*κιαν τους, και καβ*ώναμεν... και μετά πηγαίναμεν και τη χώναμεν στην άμμον και ξεκαβ*ώναμεν. Τέτοιες μαλ*κίες εκάμναμεν μικροί και βγάλανε την πόλην μας Αμμόχωστον !!!!!!!! ----------------------------------------------------------------------- Ήταν μια φορά ο λαγός στο δάσος, και είχε ακουμπήσει τα αρχ*δια του πάνω σε μια μεγάλη πέτρα, Στο ένα χέρι κρατούσε μια άλλη πέτρα. Κάθε τρία λεπτά τα χτύπαγε με δύναμη και ούρλιαζε: Πω-πω κα*λα!!! Σε κάποια στιγμή περνάει ο αρκούδος. Τον βλέπει και τον ρωτάει απορημένα: Ρε λαγέ, τι κάνεις εκεί; Άσε του λέει ο λαγός, είναι μεγάλη κα*λα! Τότε ο Αρκούδος παίρνει και αυτός μια μεγάλη πέτρα, ακουμπάει τα αρχ*δια του σε μια άλλη, τα χτυπάει με δύναμη, και… ουρλιάζει από τον πόνο... Καλά ρε μαλ*κα λέει στο λαγό, που την βλέπεις την κα*λα; Και ο λαγός του απαντάει: Η κα*λα είναι να μην τα πετυχαίνεις!!!
-
Μια μέρα στον παράδεισο σκάνε μύτη 3 τύποι. Πάει ο Αγ. Πέτρος, και ρωτάει τους νεκρούς πως πέθαναν: Εγώ, λέει, ο πρώτος, καιρό τώρα υποψιαζόμουν ότι η γυναίκα μου με απατούσε, και έτσι μια μέρα πήγα σπίτι πιο νωρίς, και την βρήκα γυμνή στο κρεβάτι αλλά όσο και αν έψαξα δεν βρήκα κάποιον, μέχρι που βγήκα στο μπαλκόνι και βρήκα έναν τύπο να κρεμιέται από τα κάγκελα! Τον χτύπησα, τον κλώτσησα, μέχρι που πήρα ένα σφυρί και του έσπασα τα δάκτυλα, έπεσε κάτω αλλά σώθηκε από κάτι θάμνους. Πήρα το ψυγείο και του το πέταξα, αλλά έμεινα από την καρδιά μου. Τουλάχιστον τον σκότωσα! Ο Αγ. Πέτρος έχει φρικάρει! Εγώ, λέει ο δεύτερος, κάθε μέρα μετά την δουλειά κάνω γυμναστική στο μπαλκόνι του σπιτιού μου. Μια μέρα πάνω στην άσκηση γλίστρησα και έπεσα στο κενό, αλλά ευτυχώς πιάστηκα από τα κάγκελα του 1ου ορόφου. Πέρασε αρκετή ώρα μέχρι να έρθει κάποιος, και όταν ήρθε αντί να με σώσει άρχισε να με βαράει μέχρι που έπεσα. Ευτυχώς όμως, έπεσα σε κάτι θάμνους και δεν έπαθα τίποτα! Όμως 2 λεπτά μετά, ένα ψυγείο έπεσε πάνω μου, και με άφησε στον τόπο! Ο Αγ. Πέτρος έχει μείνει κάγκελο! Κι’ εσύ; Ρωτάει τον τρίτο. Εγώ, λέει ο τρίτος, εκεί που γαμο*σα μια γκόμενα, άκουσα ******* στην πόρτα, και χώθηκα σε ένα ψυγείο!!! -------------------------------------------------------------------------- Δύο λεωφορεία ξεκίνησαν για μια εκδρομή. Το ένα είχε νύφες και το άλλο πεθερές. Ξαφνικά το λεωφορείο με τις πεθερές πέφτει στο γκρεμό. Οι νύφες το στήσανε στο χορό, γλεντούσανε, χορεύανε, όλες μέσα στην καλή χαρά για το ευτυχισμένο συμβάν. Σε μια γωνιά ώμος μια νύφη έκλεγε. Γιατί κλαις; τη ρωτάει μια άλλη νύφη. Τόσο πολύ την αγαπούσες την πεθερά σου; Όχι! λέει αυτή. Κλαίω, γιατί η δικιά μου δεν ήταν μέσα!!! ------------------------------------------------------------------------- Ο Κωστίκας και ο Γιωρίκας, πήγαν στις ΗΠΑ για αναζήτηση τύχης και εργασίας! Μετά από ένα μήνα αποτυχημένων προσπαθειών, και ενώ τους είχε θερίσει η πείνα, αποφασίζουν να εφαρμόσουν το εξής σχέδιο: Γιωρίκας: Λοιπόν Κωστίκα θέλεις να τρώμε δωρεάν στα καλύτερα εστιατόρια; Κωστίκας: Έ, και το ρωτάς;;!! Γιωρίκας: Άκου τι θα κάνουμε!! Θα αγοράσουμε έναν πλαστικό πούτ*ο, και όταν θα τρώμε στα καλύτερα εστιατόρια, αφού τελειώνουμε το φαγητό, θα βγάζω έξω τον πλαστικό πούτ*ο, και εσύ θα σκύβεις και θα κάνεις ,ότι μου κάνεις τσιμ*ούκι!!!. Έτσι όταν μας βλέπουν θα μας πετάνε έξω χωρίς να προλαβαίνουμε να πληρώσουμε το λογαριασμό!! Κωστίκας: Φοβερό!! Συμφωνώ!!! Ξεκινάνε λοιπόν με τα καλύτερα εστιατόρια της Νέας Υόρκης. Μόλις τελείωσαν το φαγητό στο πρώτο εστιατόριο βγάζει ο Γιωρίκας τον πλαστικό πούτ*ο και σκύβει ο Κωστίκας για να κάνει πως του παίρνει πί*α!! Μόλις τους βλέπουν οι μπράβοι του μαγαζιού τους πετάνε έξω δέρνοντας τους. Αυτό συνεχίστηκε για ένα μήνα ώσπου τα καλύτερα εστιατόρια τελείωσαν! Αποφασίζουν λοιπόν να πάνε σε πιο χαμηλή κατηγορία εστιατορίων. Κωστίκας: Ρε συ Γιωρίκα, τώρα που θα πάμε σε άλλη κατηγορία να αλλάξουμε λίγο!!. Δώσε σε μένα τον πλαστικό πούτ*ο και κάνε εσύ πως μου παίρνεις πί*α.!! Γιωρίκας: Ποιον πλαστικό πούτ*ο; αυτόν το ξέχασα στο πρώτο εστιατόριο!!!
-
Ένας παππούς, μετά από χρόνια του έρχεται να κάνει sex. Η γιαγιά, χαρούμενη, γδύνεται και παίρνει στάση. Ο παππούς προσπαθεί να διορθώσει την θέση της λέγοντάς της: "Πήγαινε λίγο πιο δεξιά". "Πήγαινε λίγο πιο αριστερά". "Έλα λίγο πιο μπροστά". "Πήγαινε λίγο πιο πίσω". Αυτό γινόταν συνέχεια, μέχρι πού η γιαγιά βαρέθηκε και του λέει: Ρε κουμπάρε, θα με γαμ*σεις ή θα με παρκάρεις;!!! --------------------------------------------------------------------- Πάει ένας άνθρωπος σε ένα σουβλατζίδικο στην Ομόνοια στης 4.00 το βράδυ και λέει στον σουβλατζή: Ρε, μάστορα, φτιάξε ένα σουβλάκι με γύρο απ' όλα. Να περιμένεις στην σειρά, λέει ο σουβλατζής. Κοιτάει γύρω του ο τύπος και δεν βλέπει κανέναν. Έτσι, λέει στον σουβλατζή ξανά: Ρε, μάστορα φτιάξε ένα σουβλάκι που σου είπα. Έλα και πεινάω. Σου είπα να περιμένεις στην σειρά, λέει πάλι ο σουβλατζής. Αυτό συνεχίζεται για λίγη ώρα. Κάποια στιγμή ο άνθρωπος τα παίρνει στο κρανίο και φωνάζει: Γα*ώ την μάνα σου ρε κερατά!! Αμέσως ο σουβλατζής γυρνάει αγριεμένος και ρωτάει: Ποιος το είπε αυτό ρε; Και ο πελάτης απαντάει: Που θες να ξέρω, της πουτ*νας γίνεται εδώ!!! ----------------------------------------------------------------------- Η γιαγιούλα η καημένη πλησίαζε τα 80 και για να έχει ήσυχο το κεφάλι της κάλεσε μια μέρα ένα δικηγόρο στο σπίτι της για να του υπαγορεύσει τη διαθήκη της. Έρχεται λοιπόν ένας νεαρός γύρω στα τριάντα και βγάζοντας ένα μπλοκ και στυλό, κάθεται απέναντί της στο καναπέ του σαλονιού και αρχίζει να γράφει ότι του έλεγε η γιαγιά. Ρίχνοντας μια ματιά στο τραπέζι μπροστά του βλέπει ένα μεγάλο μπολ με αμύγδαλα. Μπορώ να πάρω κανένα; ρωτάει με ευγένεια την ηλικιωμένη γυναίκα. Και το ρωτάς αγόρι μου; Όσα θέλεις να πάρεις, του απαντάει εκείνη χαμογελαστά. Αρχίζει λοιπόν κι ο φίλος μας να τρώει τα αμύγδαλα το ένα μετά το άλλο. Πέρασε καμιά ώρα με την υπαγόρευση και συνειδητοποίησε με έκπληξη ότι τα είχε φάει τελικά όλα. Χίλια συγγνώμη που σας τα έφαγα όλα τα αμύγδαλα, της είπε με απολογητικό ύφος ο δικηγόρος. Ξέρετε είχα σκοπό να φάω μόνο ένα δύο, αλλά παρασύρθηκα. Μη το σκέφτεσαι καθόλου αγόρι μου, του απάντησε γλυκά η γιαγιούλα. Άλλωστε, από τότε που έβαλα μασέλα, δεν μπορώ εγώ να τα φάω. Μόνο τη σοκολάτα απέξω γλείφω και τα ξαναβάζω στο μπολ!!!
-
Ο Τοτός κάνει πάρτι στο σπίτι του για τα γενέθλια του. Η μητέρα του είναι στην κουζίνα και ετοιμάζει λιχουδιές για τα παιδιά. Εκείνη την ώρα έρχεται ο πατέρας του Τοτού από τη δουλειά και λέει στη γυναίκα του. Γυναίκα έχω ορμές και θέλω να κάνουμε έρωτα τώρα αμέσως. Μα αντρούλη, έχουμε πάρτι, καλεσμένους και θα γίνουμε ρεζίλι. Δεν αντέχω ούτε λεπτό και πρέπει να κάνουμε κάτι για να τα βολέψουμε. Δηλαδή σαν τι; Να, εσύ θα κοπείς λίγο με το μαχαίρι, θα σπάσουμε και ένα πιάτο και θα πούμε ότι έσπασε ένα πιάτο και κόπηκες όταν μάζευες τα σπασμένα και ότι θα πάμε πάνω για να στο δέσω. Πράγματι κόβεται λίγο η μητέρα του Τοτού, πετάνε και ένα πιάτο κάτω για να σπάσει. Ακούει ο Τοτός το θόρυβο και τρέχει στην κουζίνα. Τι έγινε; Τίποτα σημαντικό, απαντάει ο πατέρας του, έσπασε ένα πιάτο η μαμά σου και κόπηκε όταν τα μάζευε και θα πάμε πάνω να το δέσουμε. Καλά, λέει ο Τοτός και ξαναγυρίζει στους φίλους του, ενώ οι γονείς του πήγανε επάνω. Η ώρα περνούσε, οπότε ο Τοτός ανησύχησε και πήγε επάνω να τι γίνεται. Περνώντας έξω από την κρεβατοκάμαρα των γονιών άκουσε βογκητά. Σκύβει και βλέπει τους γονείς του να κάνουν έρωτα. Αμέσως αλλάζει χρώμα και γίνεται άσπρος, κατεβαίνει με τα τέσσερα τα σκαλοπάτια, τρέχει κλείνει τη μουσική και γυρίζει προς τους φίλους του και τους λέει: Μην τολμήσει κανένας να σπάσει πιάτο, γιατί θα τον γαμ*σει ο πατέρας μου!!! ------------------------------------------------------------------------ Η πριγκίπισσα, την μέρα των γενεθλίων της, ζήτησε από τον άντρα της να κάνουν sex. Ο πρίγκιπας, αντιμετώπισε με χαρά την επιθυμία της γυναίκας του, και έφτιαξε την κατάλληλη ατμόσφαιρα. Κεριά, κόκκινα σεντόνια, και έναν Αράπη να τους κάνει αέρα με ένα κλαδί Φοινικιάς. Η πριγκίπισσα μπαίνει στο δωμάτιο και λέει στον άντρα της: Απόψε θέλω να με κάνεις να πω "Ωωωωωω!". Μετά από 3 ώρες ατελείωτου sex, ο πρίγκιπας αρχίζει να κουράζεται. Εκείνη του λέει: Αυτό ήταν; Συνεχίζει ο πρίγκιπας για ακόμα 2 ώρες αλλά και πάλι άρχισε να κουράζεται. Η γυναίκα του, του λέει: Δεν αξίζεις τίποτα. Πήγαινε κάνε εσύ αέρα και να έρθει ο Αράπης. Ο Αράπης, μέσα σε 5 λεπτά, έκανε την πριγκίπισσα να φωνάξει 14 φορές "Ωωωωωω!" Γυρνάει τότε ο πρίγκιπας και λέει τότε στον Αράπη αγριεμένα: Είδες ρε σκυλάραπα πώς κάνουν αέρα;!!!
-
Γίνεται ένα παγκόσμιο συνέδριο για να προσδιοριστεί το πιο γρήγορο πράγμα στον κόσμο. Οι Αμερικάνοι λένε: Το πιο γρήγορο πράγμα είναι το φως. Ταξιδεύει με ταχύτητα τριακοσίων χιλιάδων χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο. Οι Κινέζοι διαφωνούν: Το πιο γρήγορο πράγμα είναι η σκέψη. Έτσι δίδαξε ο Κομφούκιος. Και ενώ ξεκίναγε η συζήτηση επί του θέματος, γυρνάει ένας Πόντιος και λέει: Και όμως κύριοι, το πιο γρήγορο πράγμα, είναι το κόψιμο. Το πρωί που μ’ έπιασε κόψιμο, ούτε να το σκεφτώ πρόλαβα ούτε να ανάψω το φως!!! ------------------------------------------------------------------------- Νεαρή σκωτσέζα, γυρίζει σπίτι με κλάματα, και όταν η μάνα της τη ρωτάει τι τρέχει, απαντάει, ότι έκανε τεστ εγκυμοσύνης και της βγήκε θετικό. Ποιo γουρούνι στο έκανε αυτό; Λέει η μαμά, Να 'ρθει αμέσως ν' αναλάβει τις ευθύνες του!!! Σηκώνει το τηλέφωνο η μικρή, παίρνει ένα νούμερο, και σε καμιά ωρίτσα σταματάει έξω απ' την πόρτα τους μια κόκκινη Ferrari και βγαίνει ένας καλοντυμένος κύριος με γκρίζους κροτάφους, με πολύ αέρα. Μπαίνει στο σπίτι κάθονται στο σαλόνι, μαμά, μπαμπάς και νεαρή, κι ο Φεράρι απέναντι. Τους λέει λοιπόν: Ακούστε, δεν μπορώ να παντρευτώ την κόρη σας, δεν μου το επιτρέπει η θέση μου και η οικογενειακή μου κατάσταση, αλλά προτίθεμαι να εξασφαλίσω το μέλλον του παιδιού και με το παραπάνω. Αν κάνει κορίτσι θα γράψω στο όνομα του 2 διαμερίσματα στο Λονδίνο, μια βίλα στην Κορνουάλη και θα καταθέσω 500.000 λίρες στο λογαριασμό της. Αν κάνει αγόρι, θα του γράψω ένα εργοστάσιο, και θα καταθέσω στο λογαριασμό του 1.000.000 λίρες. Αν κάνει δίδυμα θα τους γράψω από ένα εργοστάσιο και θα καταθέσω από 500.000 λίρες στο καθένα. Τώρα βέβαια, αν τυχόν αποβάλλει... Πετάγεται όρθιος ο μπαμπάς που μέχρι εκείνη την ώρα απλώς άκουγε, τον χτυπάει στον ώμο, και του λέει: Εντάξει βρε αδερφέ, αν αποβάλει… εδώ είμαστε... την ξαναγ*μας!!!
-
Ένας μαύρος περπατά κάπου στη Ν. Αφρική, και ξαφνικά βλέπει ένα πορτοφόλι. Το ανοίγει και βλέπει μέσα $200.000 και ένα διαβατήριο. Το διαβατήριο είχε όνομα Leonardo Di Caprio. Ο μαυρούκος όμως δεν τον ήξερε και έτσι δεν καταλάβαινε τίποτα.. "Ωραία", σκέφτεται. Επιτέλους θα την κάνω από αυτή την κωλ*χώρα. Θα πάω στην Ευρώπη! Θα κάνω μια καλύτερη ζωή! Πάει λοιπόν στο αεροδρόμιο της Ν. Αφρικής και βγάζει εισιτήριο για Αθήνα. Περνά τον έλεγχο επιβατών. Άνετος. Δεν του είπε κανείς τίποτα. Ποιος τον ήξερε άλλωστε το Leonardo Di Caprio. Φτάνει στην Αθήνα και πάει στον έλεγχο επιβατών. Εκεί λοιπόν είναι ελεγκτές ο Κωστίκας και ο Γιωρίκας. Ο Κωστίκας ανοίγει τις αποσκευές του επιβάτη και ο Γιωρίκας ελέγχει το διαβατήριό του. Κοιτάζει λοιπόν ο Γιωρίκας το όνομα: Leonardo Di Caprio. Κοιτάζει τον επιβάτη: Μαύρος, κατάμαυρος!!! Γυρνά λοιπόν και λέει στον Κωστίκα: Ρε Κωστίκα, να σε ρωτήσω κάτι; Τι θες ρε; Ρε συ; Ο Τιτανικός βυθίστηκε ή κάηκε; ----------------------------------------------------------------------- O Τοτός και ο πατέρας του παίρνουν βράδυ ένα ταξί να πάνε επίσκεψη στη γιαγιά του Τοτού. Καθώς περνάνε έξω από ένα μπουρ*έλο, βλέπει ο Τοτός το κόκκινο φως και ρωτάει τον πατέρα του με περιέργεια: Μπαμπά τι μέρος είναι αυτό με το κόκκινο φωτάκι; Α...αυτό είναι ένα καλό μαγαζί. Μπουρ*έλο!, λέει ο ταξιτζής. Και τι υπάρχει μέσα σ αυτό το καλό μαγαζί, μπαμπά; Υπάρχουν κάτι καλές κυρίες. Πουτ*νες!, λέει ο ταξιτζής. Και τι κάνουν αυτές οι καλές κυρίες, μπαμπά; Εξυπηρετούν κάτι κυρίους. Γαμι**νται!, λέει ο ταξιτζής. Κάνουν παιδάκια, μπαμπά; Ναι, λέει ο πατέρας του. Μπάσταρδα!, λέει ο ταξιτζής. Και τι γίνονται αυτά τα παιδάκια, μπαμπά, όταν μεγαλώσουν; ΤΑΞΙΤΖΗΔΕΣ!, λέει ο πατέρας του!!! ----------------------------------------------------------------------- O Γιάννης κι η Μαίρη παντρεύτηκαν πρόσφατα από κεραυνοβόλο έρωτα κι είναι ακόμα μες τα σιρόπια. Όμως ο Γιάννης έχει αρχίσει να πεθυμάει και τις μπαρότσαρκες που έβγαινε με τους φίλους του. Οπότε ένα βράδυ λέει στη Mαίρη: Ξέρεις πιτσουνάκι μου, έλεγα να πήγαινα με το Νίκο και τον Κώστα για καμιά μπύρα. Κι η Μαίρη: Μπύρα θέλει το σπουργιτάκι μου; Ορίστε, διάλεξε ποια προτιμάς! κι ανοίγει το ψυγείο και του δείχνει καμιά δεκαριά είδη μπύρες ελληνικές και ξένες. Ναι, αλλά βρε καρδουλίτσα μου, στο μπαρ με την μπύρα μας τρώμε και κάτι. Μεζεδάκι θέλει το σουτζουκάκι μου; Ορίστε, διάλεξε τι προτιμάς! και του παρουσιάζει ένα δίσκο γεμάτο μεζέδες να σου πέφτουνε τα σάλια, τι καπνιστά, τι σολομούς, τι χαβιάρια, τι όλα τα είδη τυριών, τι τα καλύτερα είδη αλλαντικών.... Κόκαλο ο Γιάννης. Ναι, αλλά βρε γλυκουλίνι μου, στο μπαρ τη μπύρα την πίνουμε σε παγωμένα ποτήρια! Παγωμένο ποτήρι θέλει το μελομακαρονάκι μου; Ορίστε, διάλεξε ποιο προτιμάς! κι ανοίγει την κατάψυξη, και να… όλα τα είδη ποτηριών μπύρας παγωμένα! Ναι, αλλά βρε αγαπουλίνι μου, στο μπαρ όταν πίνουμε τη μπύρα μας λέμε και καμιά βρωμοκουβέντα! Βρωμοκουβέντες θέλει το μπακλαβαδάκι μου; Ε, πιες λοιπόν τη γαμ*μένη τη μπύρα σου, φάε τους γαμ*μένους μεζέδες σου και κόψ’ τις μαλα*ίες γιατί δεν πρόκειται να πας πουθενά... Τόπιασες καρ*όλη;
-
Κλείνουν φυλακή ένα Γερμανό, ένα Γάλλο και ένα Πόντιο ισόβια. Αποφασίζουν να τους χώσουν σε ένα μπουντρούμι και να μην έχουν επαφή με τον υπόλοιπο κόσμο για όλη τους τη ζωή. Τους επιτρέπουν όμως να πάρουν από ένα αντικείμενο, δικιάς τους επιλογής. Διαλέγει λοιπόν ο Γερμανός ένα σκάκι: Μ΄ αυτό θα περνάω τον καιρό μου, είναι παιχνίδι που δεν το βαριέσαι ποτέ. Ο Γάλλος διαλέγει μια τράπουλα: Μ΄ αυτή, μπορείς να παίξεις όχι ένα αλλά πολλά διαφορετικά παιχνίδια, και εγώ τα ξέρω όλα. Σίγουρα θα είμαι απασχολημένος για πολλά χρόνια! Διαλέγει και ο Πόντιος ένα κουτί tampon. Καλά ρε, του λένε οι άλλοι δυο, τι θα κάνεις με αυτό; Χαζός είσαι; Και τους απαντάει ο Πόντιος: Τι θα κάνω μ΄ αυτό; Διαβάστε εδώ τι γράφει: Μπορείτε να κάνετε ιππασία, κολύμβηση, ορειβασία, θαλάσσια σπορ!!! -------------------------------------------------------------------------- Στο σχολείο κάνουν μαθήματα καλής συμπεριφοράς. Η δασκάλα ρωτάει τα παιδιά: Εσύ Γιαννάκη, αν έβγαινες για δείπνο με μια κοπέλα από καλή οικογένεια, και με πολύ καλή ανατροφή, και ήθελες να πας στην τουαλέτα, τι θα της έλεγες; Θα έλεγα: "Πάω μισό λεπτό να κατουρήσω". Η δασκάλα: A, όχι! Αυτό θα ήταν πολύ αγενές. Εσύ Κωστάκη παιδί μου, πως θα το έλεγες; Θα έλεγα: "Με συγχωρείς καλή μου φίλη, αλλά πρέπει να πάω στην τουαλέτα." Ναι... κάπως καλύτερα, λέει η δασκάλα, αλλά η λέξη τουαλέτα όταν τρως ακούγεται άσχημα. Γυρνάει η δασκάλα στον Τοτό: Εσύ Τοτό, απέδειξε μας επιτέλους πόσο έξυπνος είσαι, και πόσο καλά θα το έλεγες. Τι θα έλεγες στην κοπέλα; Εγώ κυρία, λέει ο Τοτός, θα έλεγα: "Καλή μου, παρακαλώ να με συγχωρέσεις που θα σ' εγκαταλείψω για μισό λεπτό, αλλά δυστυχώς πρέπει να χαιρετήσω έναν πολύ καλό μου φίλο, τον οποίο ευελπιστώ και να σου γνωρίσω αμέσως μετά το φαγητό"!!!
-
Κάποτε, ο Κωστίκας αποφάσισε να ανοίξει ένα κατάστημα ηλεκτρικών ειδών. Όμως οι δουλειές δεν πήγαιναν καλά, και ανέθεσε στον Γιωρίκα να του βρει ένα σλόγκαν για διαφήμιση. Το σλόγκαν που βρήκε ο Γιωρίκας ήτανε: "Χάλασε το ψυγείο σας; Θέλετε καινούργια κουζίνα; Κατάστημα Ηλεκτρικών Ειδών "Ο ΚΩΣΤΙΚΑΣ". Αλλά οι δουλειές δεν βελτιώθηκαν, και ο Κωστίκας αποφάσισε να κάνει το κατάστημα κρεοπωλείο. Ανέθεσε πάλι στον Γιωρίκα το σλόγκαν, το οποίο αυτήν την φορά ήταν: "Χάλασε το ψυγείο σας; Θέλετε καινούργια κουζίνα; Στα αρχ*δια μας!!! Ανοίξαμε Κρεοπωλείο"!!! -------------------------------------------------------------------------- Πάει μια σαραντάρα στο νοσοκομείο με το εξής σεξουαλικό πρόβλημα. Όταν έκανε σεξ, δεν καταλάβαινε απολύτως τίποτα! Χτυπάει λοιπόν σε μια πόρτα, ανοίγει ένας κύριος γύρω στα 50 του, ντυμένος στα άσπρα, μπαίνει μέσα και του εξηγεί λεπτομερώς το πρόβλημά της. Να δω τι μπορώ να κάνω κυρία μου... Γδυθείτε παρακαλώ και ξαπλώστε εκεί. Πάει λοιπόν αυτός, την πηδ*ει για 5-10' και μετά τη ρωτάει: Καταλάβατε τίποτα; Όχι! Λέει η κυρία. Μια στιγμή να φωνάξω ένα συνάδελφο λίγο πιο νέο. Μανόλη, έλα μια στιγμή. Έρχεται ο Μανόλης, ψηλός γεροδεμένος, στα 35 του, δοκιμάζει και αυτός με πάθος για 15' και μετά: Καταλάβατε τίποτα τώρα, κυρία μου; Ε, ανεπαίσθητα, ναααα... ίσα ίσα... Μμμμμμ... Μια στιγμή περιμένετε, να φωνάξουμε έναν άλλο συνάδελφο. ΝΩΩΩΝΤΑΑΑΑ!!! Έρχεται ο Νώντας, ψηλός, άντρακλας, στα 25 του, με ένα “εργαλείο“ κοντά 30 πόντους, δοκιμάζει και αυτός με πάθος για 1/2 ώρα, με σφρίγος, ρυθμό, τη ζορίζει κόντρα στους τοίχους, αγκομαχάει, γενικά δίνει τα ρέστα του το παλικάρι και μετά τη ρωτάνε: Καταλάβατε μήπως τίποτα τώρα κυρία μου; Ε να κάτι ένιωσα αλλά τίποτα το σπουδαίο!!! Μες στην αμηχανία όλων τότε παρεμβαίνει ο γηραιότερος και της λέει: Ακούστε να δείτε κύρια μου, το πρόβλημα σας είναι πάρα πολύ σοβαρό. Να πάτε να σας δει ένας γιατρός, εμείς….. μπογιατζήδες είμαστε!!! ------------------------------------------------------------------------ Στο σχολείο του Τοτού η δασκάλα τους έχει βάλει για εργασία να σκεφτούν μια παροιμία και να προσπαθήσουν να την παραστήσουν. Ο Τοτός, ως συνήθως δεν έχει κάνει τίποτα αλλά προσπαθούσε να σκεφτεί κάτι εκείνη την ώρα. Όταν ήρθε η σειρά του, του λέει η δασκάλα του: Τοτέ δείξε μας την παροιμία σου και εμείς θα προσπαθήσουμε να την βρούμε. Σηκώνεται πάνω ο Τοτός βγάζει ένα δεκάρικο από την τσέπη του, βγάζει και την τσίχλα από το στόμα του, τη βάζει πάνω στο δεκάρικο και τα πετάει στο ταβάνι, οπότε και κολλάνε εκεί. Μετά πιάνει με το ένα χέρι του τα γεννητικά του όργανα κάνει με το άλλο χέρι σαν να είναι ζητιάνος και κοιτάει συνεχώς προς το δεκάρικο. Το βλέπει η δασκάλα του και βάζει τις φωνές. Αύριο Τοτέ θα έρθεις με τη μαμά σου στο σχολείο. Μα γιατί κυρία, η παροιμία λέει «Κάλιο τρία και στο χέρι, παρά δέκα και καρτέρι»!!!
-
Ήταν δύο αδελφάκια 8 και 10 χρόνων τόσο ζωηρά, που έμπλεκαν διαρκώς σε μπελάδες. Κάθε φορά που γινόταν κάτι περίεργο στη μικρή πόλη όπου ζούσαν, οι γονείς τους ήταν σίγουροι πως τα παιδιά τους ήταν ανακατεμένα με κάποιον τρόπο. Οι άνθρωποι είχαν πια χάσει την υπομονή τους ώστε αποφάσισαν κάποια μέρα να στείλουν τα παιδιά στον ιερέα της εκκλησίας της πόλης τους, μήπως και κατάφερνε να τα συνετίσει. Ο ιερέας συμφώνησε και τους ζήτησε να του στείλουν πρώτα τον μικρό και μετά το μεγαλύτερο. Όταν, λοιπόν, πήγε ο οκτάχρονος στην εκκλησία, κάθισε σε ένα σκαμνί απέναντι από τον ιερέα, ο οποίος κοιτάζοντάς τον για λίγο στα μάτια, τον ρωτάει: Που είναι ο Θεός; Τίποτα ο μικρός. Ο ιερέας τον ξαναρωτάει: ΠΟΥ είναι ο Θεός; Πάλι τίποτα ο μικρός. Δίνοντας μεγαλύτερη ένταση στη φωνή του, ο ιερέας ξαναρωτάει το μικρό κουνώντας με στόμφο το δείκτη του χεριού του: ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ; Αυτή τη φορά, ο πιτσιρίκος σηκώνεται απότομα από το σκαμνί και τρέχει βολίδα για το σπίτι του όπου πάει και κλείνεται μέσα στη ντουλάπα του δωματίου του. Το βλέπει αυτό ο μεγαλύτερος αδερφός και αφού ανοίγει τη ντουλάπα ρωτάει το μικρό τι συνέβη. Άσε! του λέει εκείνος. Αυτή τη φορά είμαστε στ’ αλήθεια ΠΟΛΥ μπλεγμένοι! Έχασαν το Θεό και νομίζουν ότι εμείς τον κρύβουμε!!! ---------------------------------------------------------------------- Βάζει η δασκάλα εργασία για το σπίτι, να ρωτήσουν πως γίνονται τα παιδιά. Μαμά, μαμά, λέει ο Τοτός μόλις πήγε σπίτι, η δασκάλα μας είπε να σας ρωτήσουμε πως γεννιούνται τα παιδιά. Δεν μπορώ τώρα, καθαρίζω πατάτες, λέει η μαμά. Έλα, ρε μαμά, πες μου... Τέλος πάντων, με τα χίλια ζόρια, η μαμά του για να τον ξεφορτωθεί, του δείχνει μία πατάτα και του λέει: Την βλέπεις αυτήν; Από εδώ έρχονται τα παιδιά. Εκστασιασμένος ο Τοτός βάζει την πατάτα στην τσέπη, και περιμένει πως και πως την επόμενη μέρα στο σχολείο. Την άλλη μέρα στην τάξη, ρωτάει η δασκάλα: Μάθατε αυτό που σας είπα; Ναι!!! λένε όλα τα παιδάκια με μία φωνή. Για πες εσύ, Κωστάκη. Λοιπόν κυρία, λέει ο Κωστάκης τα παιδιά τα φέρνει ο πελαργός. Ουοουυυυυυυυυυυυ!!! Λάθος!! Λάθος!! άρχισε να φωνάζει ο Τοτός και ο Κωστάκης έβαλε τα κλάματα. Για πες μας εσύ, Ελενίτσα, λέει η δασκάλα. Τα παιδάκια τα φέρνει ο Θεούλης!! λέει η Ελενίτσα. Ουυυυυυυυυ!! Τι λέει η βλαμμένη, αναφωνεί ο Τοτός και κάνει και την Ελενίτσα να βάλει τα κλάματα. Εκνευρισμένη η δασκάλα γυρνάει στον Τοτό: Για πες μας εσύ Τοτό, που τα ξέρεις όλα... Ο Τοτός με ένα πονηρό χαμόγελο βάζει το χέρι στην τσέπη, πιάνει την πατάτα και λέει στην δασκάλα: Να την βγάλω έξω; Και βέβαια, όχι!!! Λέει η δασκάλα σοκαρισμένη. Βρε, να την βγάλω έξω; ξαναλέει ο Τοτός. Όχι, φυσικά!! Α, λέει ο Τοτός, δεν θέλεις να την βγάλω... Όταν την τρως όμως, καλά είναι, ε;!!!
-
Ήταν δυο φίλοι αρκετά παχουλοί και συναντιούνται μετά από καιρό. Ο ένας από τους δύο έχει αδυνατίσει και έχει γίνει στυλάκι. Απορημένος ο δεύτερος, τον ρωτάει πως τα κατάφερε και ο άλλος του λέει πως πήγε σε ένα καινούριο κέντρο αδυνατίσματος, που χρησιμοποιεί πολύ πρωτοποριακές μεθόδους και του το συστήνει ανεπιφύλακτα να πάει. Την επόμενη μέρα πάει ο παχουλός στο κέντρο αδυνατίσματος και κλείνει ένα πρόγραμμα. Από την ρεσεψιόν του λένε να ανεβεί στον πρώτο όροφο και να μπει στη δεύτερη πόρτα δεξιά. Μπαίνει μέσα και βλέπει μια απίστευτη γκόμενα, φορώντας κάτι πολύ σέξι εσώρουχα, να τον κοιτάζει με λάγνο βλέμμα και να του λέει: Τρέχω, τρέχεις, κυνηγάς, αν με πιάσεις, με γα*άς, καμπανάκι σταματάς. Πω πω! σκέφτεται ο τύπος εδώ είμαστε!! Αρχίζει η γκόμενα να τρέχει, από πίσω αυτός για να την πιάσει. Μετά από 3 ώρες τρέξιμο καταφέρνει να την πιάσει και εκείνη την ώρα χτυπάει το καμπανάκι. Πάει στη ρεσεψιόν, ζυγίζεται είχε χάσει 2 κιλά. Την επόμενη μέρα πάλι τα ίδια. Μετά από μια εβδομάδα, του λένε από τη ρεσεψιόν να πάει στο δεύτερο όροφο, στην τρίτη πόρτα αριστερά. Βρίσκει μια ακόμη καλύτερη γκόμενα, η οποία του λέει τα ίδια: Τρέχω, τρέχεις, κυνηγάς, αν με πιάσεις με γα*άς, καμπανάκι σταματάς. Αρχίζει το τρέξιμο ο τύπος, μόλις έπιανε την γκόμενα χτύπαγε το καμπανάκι, αλλά τουλάχιστον έχανε κιλά. Την τελευταία εβδομάδα του προγράμματος, του λένε να πάει στον τελευταίο όροφο του κτιρίου και να μπει στη μοναδική πόρτα που υπάρχει εκεί. Μπαίνει μέσα και βλέπει ένα δίμετρο αράπη, γυμνό με ένα τεράστιο εργαλείο να τον περιμένει και να του λέει: Τρέχεις, τρέχω, κυνηγώ, αν σε πιάσω σε γα*ώ, καμπανάκια και μαλ**ίες δεν έχει!!! ------------------------------------------------------------------------ Πάει ο Κωστίκας και ο Γιωρίκας σε μία ταυρομαχία. Ξαφνικά, ο ταυρομάχος τραυματίζεται σοβαρά, και περιμένοντας τον άλλο ταυρομάχο κάποιος σπρώχνει τον Γιωρίκα μέσα στην αρένα. Ο Γιωρίκας τά 'παιξε και άρχισε να κάνει γύρους, με τον ταύρο να τρέχει από πίσω του . Μετά από μερικά λεπτά τρεξίματος ο ταύρος, ξαφνικά γλιστράει και πέφτει. Όλοι χειροκροτούν τον Γιωρίκα και ο Κωστίκας του λέει: Μπράβο ρε Γιωρίκα, τι να σου πω ρε φίλε αν ήμουνα εγώ στην θέση σου θα είχα χεστεί επάνω μου! Και ο Γιωρίκας απαντάει: Και πού νομίζεις ότι γλίστρησε ο ταύρος ρε Κωστίκα;
-
Μια φορά, ένας τύπος έχασε το καπέλο του, και πήγε στην εκκλησία να κλέψει ένα άλλο. Την ώρα που μπήκε, ο παπάς έκανε κήρυγμα για τις δέκα εντολές! Αφού άκουσε προσεκτικά, ενθουσιάστηκε. Περίμενε να τελειώσει η λειτουργία, πλησίασε τον παπά και του λέει: Δέσποτα με έσωσες!!! Είχα έρθει να κάνω αμαρτία, να κλέψω, αλλά μετά το κήρυγμα σου, αποφάσισα να μη το κάνω! Μπράβο, τέκνο μου, λέει ο παπάς. Και ποιο σημείο της ομιλίας μου σε έκανε να αλλάξεις γνώμη; Παπά μου, όταν έφτασες στην εντολή "ου μοιχεύσεις", θυμήθηκα που είχα αφήσει το καπέλο μου!!!!! -------------------------------------------------------------------------- Πέθανε ο Γιωρίκας και πήγε στον Παράδεισο. Όπως τον ξεναγεί ο Άγιος Πέτρος, βλέπουν κάποιον να ουρλιάζει, γιατί του ανοίγουν τρύπες στην πλάτη με ένα black & decker. Γιατί το κάνουν αυτό; ρωτάει ο Γιωρίκας. Έγινε άγγελος και ανοίγουμε τρύπες για τα φτερά. Πιο κάτω βλέπει άλλον που του άνοιγαν τρύπες στο κεφάλι. Αυτόν γιατί του ανοίγουν τρύπες στο κεφάλι; ρωτάει πάλι ο Γιωρίκας. Α, λέει ο Άγιος Πέτρος, έγινε άγγελος, και κάνουμε τρύπες για το φωτοστέφανο. Α, δεν γίνεται! λέει ο Γιωρίκας. Προτιμώ να πάω στην Κόλαση!!! Μα εκεί θα σε γαμ*σουν! Του λέει ο Άγιος Πέτρος. Ναι, αλλά τουλάχιστον έχω την τρύπα έτοιμη!!!
-
Χαζεύοντας το γυφτάκι τη βιτρίνα ενός ζαχαροπλαστείου, ρωτάει τον ζαχαροπλάστη: Κύριε ζαχαροπάστη, να σας ρωτήσω κάτι, τι γλυκό είναι αυτό. Αυτό μικρέ μου είναι τουλούμπα. Α! του λούμπα! Καλά, άμα ντεν έρτει ο Λούμπας, να το φάω εγώ; --------------------------------------------------------------------- Μια πανέμορφη Αθηναία, σ' έναν λεβέντη Κρητικό, προτείνοντας το τσιγάρο της: Μ' ανάβεις; Και απαντάει ο Κρητίκαρος: Όη, μπρε κοπελιά, λυράρης!!! ----------------------------------------------------------------------- Ο ψυχίατρος, περιφέρεται στα δωμάτια των ασθενών του. Σε ένα δίκλινο, παρατηρεί παράξενη συμπεριφορά. Ο ένας ασθενής, κάθεται στην καρέκλα με τα χέρια τεντωμένα και βγάζει κραυγές, θορύβους και μουγκρητά. Βρρρρρρρρ, βρρρρρ, σκρίιιιιιι, βρρρρρρ!!!! Τι κάνεις εκεί παιδί μου; ρωτάει μελιστάλαχτα ο γιατρός. Δεν βλέπεις; Είμαι νταλικέρης και πηγαίνω με το φορτηγό μου στο Μόναχο! Ο γιατρός αποφασίζει να τον αφήσει ήσυχο και στρέφει την προσοχή του στον δεύτερο ασθενή. Αυτός είναι σκεπασμένος στο κρεβάτι του και κουνιέται σαν τρελός. Ο ψυχίατρος τον ξεσκεπάζει και τον βλέπει γυρισμένο μπρούμυτα να κουνάει πάνω-κάτω τη λεκάνη του. Κι εσύ παιδί μου τι κάνεις; Τι κάνω; Αφού αυτός πάει στο Μόναχο, βρήκα ευκαιρία και πηδάω τη γυναίκα του!!!
-
Δικάζεται ένας Πόντιος, γιατί, ενόσω δούλευε σε πριονιστήριο, έκλεβε ξυλεία. Δικαστής: Πόση ξυλεία έκλεψες; Πόντιος: Να... έκανα ένα σπίτι για μένα και ένα για το γιο μου... κι από ένα για τις δυο μου κόρες... και ένα εξοχικό... Παρά την βαρύτητα του παραπτώματος, ο δικαστής, από συμπάθεια προς τον Πόντιο, προσπαθεί να του βρει κάποιο ελαφρυντικό. Δικαστής: Έχεις κάνει φυλακή; Πόντιος: Όχι, αλλά αν μου δώσετε τα σχέδια, μπορώ να σας βρω την ξυλεία!!! --------------------------------------------------------------------- Σε μια φτωχή γειτονιά των Αθηνών ένας πιτσιρικάς είναι στον δρόμο και παίζει. Εκείνη την ώρα περνάει από εκεί ο μπάτσος της γειτονιάς, τον βλέπει και τον ρωτάει: Τι κάνεις εδώ, μικρέ; Παίζω, του λέει ο πιτσιρικάς. Και τι παίζεις; Να, του λέει, παίρνω λίγο χώμα βάζω και λίγο νερό συμπληρώνω και λίγες σκατούλες και φτιάχνω ανθρωπάκια. Και τι ανθρωπάκια φτιάχνεις; τον ρωτάει όλο περιέργεια. Μπάτσους, του απαντάει. Τα παίρνει ο μπάτσος, τον πιάνει από το αυτί, του ρίχνει και μια σφαλιάρα και του λέει: Τσακίσου γρήγορα στο σπίτι και να μην σε ξαναδώ εδώ κω*όπαιδο! Για δυο τρεις μέρες ο μικρός εξαφανίστηκε, την τετάρτη μέρα να τον πάλι στο δρόμο και παίζει. Ξαναπερνάει από εκεί ο μπάτσος, τον βλέπει, πλησιάζει και τον ρωτάει. Τι κάνεις εδώ; Παίζω. Και τι παίζεις; Να, του λέει, παίρνω λίγο χώμα βάζω και λίγο νερό και φτιάχνω ανθρωπάκια. Μπράβο, του λέει, ο μπάτσος και τι ανθρωπάκια φτιάχνεις; Πυροσβέστες, του λέει ο μικρός. Καλά ρε, του λέει ο μπάτσος, και γιατί δεν βάζεις σκατούλες σε αυτούς; Γιατί όταν τους βάζω, μου βγαίνουν μπάτσοι!!! -------------------------------------------------------------------------- Ο Γιωρίκας δεν έβρισκε γυναίκα, γιατί δεν ήξερε να φλερτάρει. Για να τον βοηθήσει ο Κωστίκας, τον συμβούλευσε: Πάρε από το περίπτερο κανένα Αρλεκιν, ξέρεις, αυτά τα ρομάντζα, και από εκεί θα μάθεις να φλερτάρεις, αυτοί όλοι, μια χαρά τα καταφέρνουν. Τι να κάνει κι ο Γιωρίκας, μια δυο, παίρνει το Αρλεκιν, το διαβάζει προσεκτικά, και αισθάνεται έτοιμος να φλερτάρει Το βράδυ πάει σ' ένα μπαρ, βλέπει μια ωραία ξανθιά γυναίκα με γαλανά μάτια και ροδοκόκκινα χείλη, και της λέει: Είσαι πανέμορφη. Να κεράσω ένα ποτό; ... είπε ο Στηβ!!!
-
+++DELL για παντα φιλε,αξιοπιστια και το καλυτερο service..................
-
Πρώτη μέρα στο σχολείο για τα παιδάκια της τρίτης δημοτικού και μπαίνει στην τάξη η καινούργια δασκάλα. Η δασκάλα ρωτάει τα παιδάκια ποια είναι τα ονόματα τους για να γνωριστούν. Ρωτάει λοιπόν το πρώτο: Πως σε λένε παιδί μου; Αυτό λέει: Μιχάλη. Τότε η δασκάλα αναψοκοκκινίζει και τραβάει 2 σφαλιάρες το μικρό. Τι; Έτσι σε βαφτίσανε; Το όνομα σου είναι Μιχαήλ. Έπειτα ρωτάει το επόμενο παιδάκι, πως το λένε. Αυτό απαντάει: Μανόλη. Η δασκάλα τότε του ρίχνει μια ανάποδη και φωνάζει θυμωμένη: Πως; Το όνομα σου είναι Εμμανουήλ; Ύστερα φτάνει και στο τρίτο παιδάκι. Το ρωτάει το όνομα του, αλλά εκείνο την κοιτάει φοβισμένο. Η δασκάλα του λέει: Πες μου πως σε λένε παιδάκι μου, δεν δαγκώνω. Το παιδάκι όμως πάλι διστάζει, οπότε η δασκάλα αρχίζει να ωρύεται. Τότε το παιδάκι λέει: Εεε.. Πετρουήλ!!!!!!!! ----------------------------------------------------------------------- Συζητάνε τρεις παππούδες: Καταραμένα γεράματα να πάρει ο διάτανος! λέει ο ένας, χτες έρχεται η εγγονούλα μου με το βιβλίο της και με ρωτάει: "Τι σημαίνει αυτό που γράφει εδώ παππού;" και δεν μπορούσα να τη βοηθήσω, γιατί πια δεν βλέπω καλά... Δεν βλέπω... Εγώ που ήμουν αϊτός!! Στο κυνήγι πάντα ο καλύτερος!! Δεν έχανα ούτε κοτσύφι... Ααααχ, άτιμα γηρατειά!!! Ααα, λέει ο δεύτερος παππούς, να δείτε εγώ τι έπαθα χτες... Πάω να ανέβω τα σκαλιά στο ΙΚΑ γιατί είχε χαλάσει το ασανσέρ και στον πρώτο όροφο λαχάνιασα, άναψα, και τα πόδια μου δεν με βαστούσαν! Ποιος, εγώ που ήμουν αθλητής μεγάλος, και έτρεχα μαραθώνιους έτσι για προθέρμανση!!! Και τώρα δεν μπορώ να ανέβω τις σκάλες, να πάρει... Αααχ να δείτε εμένα τι μου 'τυχε προχτές, λέει ο τρίτος. Είχε έρθει σπίτι η Σβετλάνα να καθαρίσει και τη βλέπω να ανεβαίνει στο σκαμπό να ξεσκονίσει τα πάνω ράφια της βιβλιοθήκης... Εεε, πάω από κάτω και την τσιμπάω και την αρχίζω στα χαδάκια και τα παιχνιδάκια, και τότε γυρνάει και μου λέει πονηρά: "Κύριε Λεονίντα, πάλι;;; Είναι η τρίτη φορά σήμερα!" Τι έχω πάθει, ρε παλικάρια... γέρασα ο έρμος… Δεν θυμάμαι πια... ξεχνάω!!!!
-
Κατά την ώρα του μαθήματος των θρησκευτικών, ρωτάει ο δάσκαλος το Γιάννη: Γιάννη, πες μου ειλικρινά, στο σπίτι σας λέτε την προσευχή σας όταν τρώτε; Και ο Γιάννης απαντά: Δεν χρειάζεται κύριε, η μητέρα μου είναι καλή μαγείρισσα!!! -------------------------------------------------------------------------- Σε ένα κουρείο, ο πατέρας κουρέας μαθαίνει ή μάλλον προσπαθεί να μάθει στο γιο του την τέχνη του κουρέα. Μπαίνει ένας πελάτης, ο οποίος αποφασίζει να βοηθήσει στην εκπαίδευση του μικρού. Αρχίζει τότε ο μικρός να ξυρίζει τον άτυχο πελάτη. Ενώ τον ξύριζε, ξαφνικά και χωρίς αιτία... χρααπ! Και το σαγόνι του πελάτη μέσα στα αίματα. Το βλέπει ο πατέρας κουρέας και απλώνει το χέρι του να δώσει μια σφαλιάρα στο γιο του. Σκύβει αυτός και η σφαλιάρα πέφτει με πολλή δύναμη στον πελάτη. Τρελαίνεται προς στιγμή αυτός, αλλά αποφασίζει να κάνει υπομονή και επιτρέπει στο μικρό να συνεχίσει. Πάλι ξαφνικά και χωρίς αιτία, χραααπ! Και το μάγουλο μέσα στα αίματα! Το ξαναβλέπει ο πατέρας και επαναλαμβάνεται η ίδια ιστορία με τη σφαλιάρα κ.τ.λ. Η ώρα περνάει και ο πελάτης έχει υποστεί τρία κοψίματα και... τρεις σφαλιάρες, αλλά έκανε υπομονή. Συνεχίζει ο μικρός και πάλι χωρίς αιτία και στα καλά καθούμενα, χραααπ! Και το αυτί του πελάτη στο χέρι του!!! Και ο πελάτης λέει: Κρύψ' το γρήγορα μην το δει ο πατέρας σου!!! -------------------------------------------------------------------------- Ήταν η Συμέλα και επρόκειτο να βγει με τον Πανίκα. Της λέει η μάνα της: Κοίτα, να έρθεις νωρίς στο σπίτι το βράδυ! Και πρόσεξε, αν πάει να σου πιάσει το στήθος, να πεις, εδώ είναι αγκάθια που τσιμπάνε, και αν προχωρήσει παρακάτω, να πεις, εδώ είναι ένας φούρνος που καίει! Εντάξει; Η Συμέλλα γύρισε το άλλο μεσημέρι! Η μάνα της κατααγχώθηκε: Έλα τι έγινες; Ρωτάει τη Συμέλα. Και η Συμέλα: Έκανα ρε μάνα, όπως μου είπες. Πρώτα πήγε να μου πιάσει το στήθος και του είπα ότι εδώ είναι αγκάθια που τσιμπάνε, μετά πήγε παρακάτω και του είπα ότι εκεί είναι ένας φούρνος που καίει! Τότε εκείνος μου είπε ότι είχε ένα σουβλάκι για ψήσιμο. Όλη νύχτα το έψηνε, το έψηνε ,και το πρωί που μου έδωσε να το δοκιμάσω, πάλι ωμό ήτανε!!!
-
Ένας τυφλός ταξιδεύει προς το Τέξας αεροπορικώς. Μπαίνει στο αεροπλάνο, κάθεται στο κάθισμα, το οποίο αισθάνεται τεράστιο. Οπότε και ρωτά την αεροσυνοδό: Συγγνώμη, αλλά αυτό το κάθισμα δεν είναι κάπως μεγαλύτερο απ` το κανονικό; Όλα στο Τέξας είναι μεγαλύτερα!, του απαντά. Φτάνει στο ξενοδοχείο, πάει στο δωμάτιό του, όπου περπατάει επί ένα λεπτό χωρίς να φτάσει σε τοίχο. Δεν είναι κάπως μεγάλο το δωμάτιο; ρωτά το παιδί που ανέβασε τις βαλίτσες. Όλα στο Τέξας είναι μεγαλύτερα. του απαντάει εκείνο. Κατεβαίνει στο μπαρ, όπου ζητάει ένα μικρό ποτήρι μπύρα. Ο μπάρμαν όμως, του δίνει ένα ποτήρι του ενός λίτρου. Συγνώμη, δεν είναι λίγο μεγάλο αυτό το ποτήρι; Εγώ, ένα μικρό ποτήρι μπίρα ζήτησα! λέει ο τυφλός στον μπάρμαν. Όλα στο Tέξας είναι μεγαλύτερα, απαντάει ο μπάρμαν. Κάποια στιγμή, ο τυφλός θέλει να πάει στην τουαλέτα, οπότε και ρωτάει τον μπάρμαν που είναι. Τρίτη πόρτα δεξιά στον διάδρομο. Ο τυφλός πάει ψηλαφίζοντας. Κατά λάθος όμως, μπαίνει στην τέταρτη πόρτα, όπου βρίσκεται η πισίνα και φυσικά όντας τυφλός, πέφτει μέσα. Οπότε αρχίζει να ουρλιάζει τρομοκρατημένος: Μην τραβήξετε το καζανάκι!!! ------------------------------------------------------------------------ Μπαμπά, τι κάνουν αυτά τα δυο σκυλάκια; ρωτάει ο πιτσιρίκος στο πάρκο. Ο πατέρας, πιστεύοντας ότι το βλαστάρι του δεν είναι έτοιμο να μυηθεί σε ορισμένα μυστικά της ζωής, προσπαθεί να τα μπαλώσει. Να... ξέρεις... το άσπρο σκυλί χτύπησε στο πόδι και δεν μπορεί να περπατήσει, κι έτσι το μαύρο το φορτώθηκε στη πλάτη να το πάει στον κτηνίατρο... Ο πιτσιρίκος μένει σκεπτικός για λίγο, και μετά σχολιάζει: Άδικη κοινωνία! Πας να βοηθήσεις τον άλλον και να το ευχαριστώ! Στην φέρνει από πίσω!!!
-
Περπατούσε στον δρόμο ένας κύριος με περηφάνια και είχε έναν παπαγάλο στον ώμο του. Όπως προχώραγε κάποιος περίεργος περαστικός τον ρωτάει: Μιλάει, μιλάει; Και του απαντάει ο παπαγάλος: Δεν ξέρω μόλις με αγόρασε!!! ------------------------------------------------------------------------ Δύο κυνηγοί βρίσκονται στο δάσος, όταν ξαφνικά ο ένας σωριάζεται κάτω. Δεν φαίνεται να αναπνέει και τα μάτια του γυαλίζουν. Ο άλλος καλεί το Πρώτων Βοηθειών από το κινητό του. Ο φίλος μου είναι νεκρός, λέει ταραγμένος στον τηλεφωνητή. Κρατήστε την ψυχραιμία σας, λέει με καθησυχαστική φωνή ο τηλεφωνητής. Θα δούμε τι μπορούμε να κάνουμε. Πρώτα, ας σιγουρευτούμε πως είναι νεκρός... Ακολουθεί σιωπή, και μετά ακούγεται ένας πυροβολισμός. Ο κυνηγός ξαναπιάνει το τηλέφωνο και λέει: Εντάξει! Και μετά; ------------------------------------------------------------------------ Ένας τρελός επιστήμονας κάνει πείραμα με ένα βάτραχο. Του κόβει το ένα πόδι, του λέει "πήδα", πηδάει ο βάτραχος. Του κόβει το δεύτερο πόδι, του λέει "πήδα", πηδάει ο βάτραχος. Του κόβει το τρίτο πόδι, του λέει "πήδα", πηδάει ο βάτραχος. Του κόβει το τέταρτο πόδι, του λέει "πήδα", τίποτε ο βάτραχος. "Πήδα" φωνάζει ο επιστήμονας, τίποτα ο βάτραχος. Οπότε γράφει ο επιστήμονας στις σημειώσεις του: "Συμπέρασμα: Άμα κόψουμε και τα τέσσερα πόδια σε ένα βάτραχο, ο βάτραχος κουφαίνεται!!!
-
Βάζει η δασκάλα στο σχολείο μια έκθεση σχετικά με τις αγελάδες. Γράφει ο Τοτός: 'Οι αγελάδες είναι πολύ ωραία ζώα. Απέναντι από το σπίτι μου υπάρχει ένα λιβάδι, όπου βόσκουν μία άσπρη και μία μαύρη αγελάδα. Και κάθε μέρα έρχεται ένας ταύρος και γαμ*ει την άσπρη αγελάδα! Όταν το διάβασε η δασκάλα ταράχτηκε κι αποφάσισε να τους βάλει ένα άλλο θέμα σχετικά με τα ζώα. Γράφει ο Τοτός: 'Υπάρχουν πολλά ζώα, ένα από αυτά είναι κι η αγελάδα. Απέναντι από το σπίτι μου υπάρχει ένα λιβάδι, όπου βόσκουν μία άσπρη και μία μαύρη αγελάδα. Και κάθε μέρα έρχεται ένας ταύρος και γαμ*ει την άσπρη αγελάδα! Είδε κι απόειδε η δασκάλα και καλεί τον Τοτό και του λέει: Τοτό δεν κάνει να χρησιμοποιούμε κακές λέξεις. Από εδώ και μπρος αντί αυτής της λέξης θα λες “κάνει έκπληξη“. Οπότε βάζει πάλι ένα θέμα σχετικά με τη φύση. Γράφει ο Τοτός: Η φύση είναι πολύ ωραία. Στη φύση ζουν τα ζώα. Ένα από αυτά είναι κι η αγελάδα. Απέναντι από το σπίτι μου υπάρχει ένα λιβάδι, όπου βόσκουν μια μαύρη και μια άσπρη αγελάδα. Και μία μέρα ήρθε ένας ταύρος και έκανε έκπληξη στην άσπρη αγελάδα! Γάμ*σε την μαύρη!!!! ------------------------------------------------------------------------- Από ένα ναυάγιο ενός κρουαζιερόπλοιου στον Ειρηνικό γλιτώνουν τρία άτομα, που καταφέρνουν να φτάσουν σε ένα νησάκι μ' ένα φοινικόδεντρο στη μέση: ο Πόντιος, η γυναίκα του (σε γαμήλιο ταξίδι ήταν) και ένα καμαρότος. Η Σουμέλα ωραία γκόμενα, τη γούσταρε ο καμαρότος και άρχισε παιχνίδι. Ματιές, νοήματα, γούσταρε και η Σουμέλα, είχαν όμως και τον Πόντιο. Ο καμαρότος σχεδιάζει κόλπο. Λέει στον Πόντιο: Πόντιε, λέω ν' αρχίσουμε να φυλάμε βάρδια πάνω στον φοίνικα μπας και δούμε κάνα καράβι από μακριά. Αρχίζω εγώ πρώτος. Ο Πόντιος συμφωνεί και την αράζει μαζί με τη Σουμέλα στη ρίζα του δέντρου ενώ ο άλλος σκαρφαλώνει πάνω. Μετά από λίγο ο καμαρότος φωνάζει: Ρε Πόντιε, καλά δε ντρέπεσαι... Δε μας φτάνει το χάλι μας, βρήκες ώρα να πηδήξεις τη γυναίκα σου; Μα τι λες, δεν κάνω τίποτα, απλά καθόμαστε δίπλα δίπλα. Τι λες ρε, θα μας τρελάνεις; Θα με βγάλεις και στραβό; Αφού σε βλέπω. Όχι βρε χριστιανέ, δεν κάνω τίποτα... πού κουράγιο άλλωστε... Για σταμάτα σε παρακαλώ... Αυτό γίνεται αρκετές φορές, όση ώρα ο καμαρότος είναι στο δέντρο, ώσπου έρχεται η στιγμή ν' αλλάξουν. Ο Πόντιος κάθεται σ' ένα κλαδί και ο καμαρότος μετά από λίγο έχει ψήσει τη Σουμέλα, την έχει βάλει από κάτω, και της δίνει και καταλαβαίνει. Κάποια στιγμή ο Πόντιος κοιτάζει κάτω, βλέπει τι γίνετε, και λέει: Τελικά δίκιο είχες ρε, από δω πάνω φαίνεται σα να πηδάς τη γυναίκα μου!!!
-
Μία μέρα στην ζούγκλα ο πίθηκος κάπνιζε ένα "πεντάφυλλο"!!! Τον βλέπει η σαύρα και τον ρωτά: Τι κάνεις εκεί, ρε πίθηκε; Να, της λέει ο πίθηκος, καπνίζω ένα τσιγάρο. Άμα θέλεις, έλα να δοκιμάσεις. Απονήρευτη η σαύρα ανεβαίνει πάνω στο κλαδί και παίρνει το τσιγαριλίκι που της έδωσε ο πίθηκος. Τραβά δύο-τρεις τζούρες και ΜΠΑΜ πέφτει ξερή κάτω από το κλαδί. Ωχχχ, λέει ο πίθηκος, τι έπαθες σαύρα μου; Να, του λέει η σαύρα, δεν είμαι και πολύ συνηθισμένη και έγινα χάλια. Πάω να πιω λίγο νερό να φτιαχτώ. Και ξεκινά προς το ποτάμι. Με το που φτάνει στο ποτάμι και σκύβει να πιει νερό πετιέται ο κροκόδειλος, Καλά τι έπαθες σαύρα μου και είσαι έτσι; την ρωτά. Άσε, του λέει, μου έδωσε ένα τσιγάρο ο πίθηκος και τρελάθηκα… Που; Που; ρωτά το αλάνι ο κροκόδειλος. Να εκεί πιο πέρα στο δάσος, του λέει η σαύρα. Ξεκινά ο κροκόδειλος και λίγο πιο κάτω βρίσκει τρία τσιγαριλίκια καπνισμένα μέχρι την άκρη. Κοιτά ψηλά στο δέντρο και βλέπει τον πίθηκο ντίρλα. Ο πίθηκος, μες την ζάλη του, κοιτά, ξανακοιτά, ξανακοιτά με γουρλωμένα μάτια τον κροκόδειλο και του λέει: Καλά μωρή χαμούρα, πόσο νερό ήπιες; -------------------------------------------------------------------------- Ένας μαγαζάτορας είχε έναν παπαγάλο. Κάποια μέρα του λέει: Θα φύγω για μια ώρα. Αν έρθει το βυτίο με το πετρέλαιο, πες τους να βάλουν 1 τόνο. Φεύγει αυτός, έρχεται το βυτίο και ο υπάλληλος ρωτάει τον παπαγάλο: Πού είναι το αφεντικό σου; Έχει φύγει, λέει ο παπαγάλος. Βάλε 3 τόνους πετρέλαιο! Βάζει ο άλλος το πετρέλαιο και φεύγει. Γυρίζει ο μαγαζάτορας και μόλις βλέπει το λογαριασμό για 3 τόνους, εξοργίζεται! Γιατί ρε έβαλες 3 τόνους; Εγώ 1 τόνο δε σου πα; Τώρα θα δεις τι θα πάθεις! Τον παίρνει λοιπόν και τον σταυρώνει σ' ένα ξύλο για μια βδομάδα! Απέναντι από τον παπαγάλο ήταν η εικόνα του Χριστού. Κάποια στιγμή λοιπόν ακούει ο παπαγάλος το Χριστό να του μιλάει! Πλάσμα του θεού, πόσο καιρό είσαι εσταυρωμένο; Μια βδομάδα Κύριε! Εσύ πόσο είσαι εκεί πάνω; 2.000 χρόνια είμαι εδώ! Καλά ρε μεγάλε, εσύ πόσο πετρέλαιο παράγγειλες;
-
Μια φέτα ψωμί βλέπει έναν Αλβανό. Ωχ, αν με δει θα με φάει, λέει και αρχίζει να τρέχει. Πιο κάτω συναντάει ένα κομμάτι τυρί. Τρέχα, του λέει το ψωμί, έρχεται ένας Αλβανός και αν μας δει θα μας φάει. Και τρέχουν όλοι μαζί. Πιο κάτω συναντάνε μια μπριζόλα. Τρέχα, του λέει το ψωμί, έρχεται ένας Αλβανός και αν μας δει, θα μας φάει. Εγώ δεν φοβάμαι, λέει η μπριζόλα. Εμένα δεν με ξέρει!!! ----------------------------------------------------------------------- Εταιρία ψάχνει να προσλάβει τον πιο αισιόδοξο άνθρωπο.. και μετά από πολλά βιογραφικά και συνεντεύξεις καταλήγει σε 3 υποψήφιους στους οποίους κάνει την εξής ερώτηση: Τι θα θέλατε να πουν για εσάς στην κηδεία σας. Λέει ο πρώτος : - Να σηκωθεί κάποιος και να πει… O Παύλος έζησε μια γεμάτη ζωή, είχε μόνο φίλους που όλοι τον αγαπούσαν και θα μας λείψει όσο κανένας άλλος. Λέει ο δεύτερος: - Να σηκωθεί κάποιος και να πει….O Νίκος ήταν ένα παράδειγμα πατέρα, συζύγου, αδελφού. Ένας σωστός οικογενειάρχης με αρχές, άριστος στην δουλειά του παράδειγμα προς μίμηση. Λέει και ο τρίτος: - Να σηκωθεί κάποιος και να πεί….Ρε σεις ο Παναγιώτης ΚΟΥΝΙΕΤΑΙ !!! ------------------------------------------------------------------------- Στο υποδηματοπωλείο μπαίνει ένα γυφτάκι. Γκυφτάκι τέλει παπούτσα! Καλά μικρέ μου. Τι νούμερο φοράς; Γκυφτάκι φοράει 36! Διαλέγει παπούτσια, τα παίρνει, πληρώνει, φεύγει. Τον επόμενο μήνα ξαναέρχεται. Γκυφτάκι τέλει παπούτσα, νούμερο 37! Ο υποδηματοπώλης παραξενεμένος το εξυπηρετεί. Τον επόμενο μήνα νάτο πάλι. Γκυφτάκι τέλει παπούτσα, νούμερο 38! "Ρε μικρούλη μου, πολύ γρήγορα μεγαλώνουν τα ποδαράκια σου!" σκέφτεται ο υποδηματοπώλης όσο εξυπηρετεί τον μικρό. Τον επόμενο μήνα, για να μην τα πολυλογούμε, επανέρχεται ο μικρός και ζητάει νούμερο 39. Ο υπάλληλος σκέφτεται ότι ο μικρός απλά είναι στην ανάπτυξη. Σε ένα μήνα ξανάρχεται πάλι ο μικρός: Γκυφτάκι τέλει παπούτσα, νούμερο 36! Ααα, εσύ μικρέ θα με τρελάνεις! Καλά, να μεγαλώνουν γρήγορα τα πόδια σου το καταλαβαίνω. Αλλά τώρα τι έγινε πάλι; Μίκρυναν; Γκυφτάκι έκοψε νύχια!!!
-
Ήταν ο Γιωρίκας καθισμένος με τις ώρες μπροστά σε ένα μηχάνημα που βγάζει καφέδες, να βάζει κέρμα, να παίρνει καφέ, να βάζει κέρμα, να παίρνει καφέ, να βάζει κέρμα, να παίρνει καφέ. Οπότε σε κάποια φάση έχει μαζευτεί ο κόσμος, ουρά πίσω του. Αγανακτισμένος ο επόμενος του λέει: Τι θα γίνει, ρε μεγάλε, θα περιμένουμε πολλές ώρες; Του λέει και ο Γιωρίκας: Τι θες ρε; Όσο κερδίζω, θα παίζω!!! -------------------------------------------------------------------- Ήταν ένας Μεσολογγίτης και είχε αποφασίσει να πάει στην Αθήνα με το λεωφορείο. Πάει κάθεται στο κάθισμά του και το λεωφορείο ξεκινά το ταξίδι. Μια μύγα που ήταν ήδη μέσα στο λεωφορείο ενοχλούσε συνέχεια τον Μεσολογγίτη. Από τα πολλά κι αυτός νευριάζει, την πιάνει, της βγάζει τα φτερά, ανοίγει το παράθυρο, την πετάει έξω, και της λέει: Να σε δω τώρα πως θα γυρίσεις, ρε αλάνι, στο Μεσολόγγι με τα πόδια!!! ---------------------------------------------------------------------- Ο Γιωρίκας και ο Κωστίκας αποφάσισαν να ανοίξουν συνεταιρικά ένα χασάπικο. Γιωρίκας: Κωστίκα, βγές έξω και κάνε πως είσαι πελάτης, να δούμε πως τα πάμε. Βγαίνει ο Κωστίκας έξω και ξαναμπαίνει μέσα. Κωστίκας: Γεια σας, θα ήθελα 5 μπύρες και 2 σπράιτ. Γιωρίκας: Τι λες ρε βλάκα, χασάπικο έχουμε... Βγές και ξαναμπές να ξαναδοκιμάσουμε. Κωστίκας: Γεια σας, ήθελα 4 πορτοκαλάδες και μια coca-cola. Γιωρίκας: Ρε, είσαι τόσο βλάκας; Χασάπικο έχουμε!!! Ξαναμπές και αυτήν την φορά πες τα σωστά.. Κωστίκας: Γεια σας, θα ήθελα 3 μπριζόλες και ένα κιλό κιμά. Γιωρίκας: Μπουκάλια έφερες πίσω;
-
-------------------------------------------------------------------------------- Είναι τώρα σε ένα αεροπλάνο μια ομάδα αλεξιπτωτιστών και ετοιμάζονται για άσκηση. Τους λέει λοιπόν ο αρχηγός: Μόλις δείτε το πράσινο φωτάκι να ανάβει, θα πηδήξετε. Πετάγεται ένας από αυτούς και λέει: Κι αν δεν ανάψει; Θα ανάψει, του απαντά ο αρχηγός. Κι αν δεν ανάψει; Θα ανάψει, του ξαναλέει. Ναι, μα αν δεν ανάψει; Σκάσε, θα ανάψει. Μόλις πηδήξετε θα μετρήσετε μέχρι το 10 και θα τραβήξετε το αλεξίπτωτο. Πετάγεται ξανά ο ίδιος και λέει: Κι αν δεν ανοίξει; Θα ανοίξει, του λέει. Κι αν δεν ανοίξει; Θα ανοίξει. Ναι, αλλά κι αν δεν ανοίξει; Αν δεν ανοίξει, του λέει θα τραβήξετε το εφεδρικό. Κι αν δεν ανοίξει και το εφεδρικό; Θα ανοίξει. Κι αν δεν ανοίξει. Θα ανοίξει! Σκάσε. Μόλις φτάσετε κάτω θα σας περιμένουν τζιπάκια να σας γυρίσουν στην βάση. Κι αν δεν μας περιμένουν; Θα σας περιμένουν. Κι αν δεν μας περιμένουν; Σκάσε, θα σας περιμένουν. Κάποια στιγμή βγαίνει ο αρχηγός και τους φωνάζει να πηδήξουν. Μα δεν άναψε το πράσινο φωτάκι, λέει ο ίδιος με τις ερωτήσεις. Βρε, άντε και πήδα, του λέει και τον σπρώχνει. Πέφτει αυτός, μετράει μέχρι το 10 τραβάει το αλεξίπτωτο και δεν ανοίγει. Ε, τον πού*τη, λέει. Τραβάει το εφεδρικό δεν ανοίγει ούτε αυτό. Ε, τον πού*τη τον αρχηγό, λέει. Έχει γούστο να μην μας περιμένουν και τα τζιπάκια κάτω!!! ------------------------------------------------------------------------- Ήταν μία φορά σε ένα αεροπλάνο ένας Έλληνας, ένας Τούρκος και ένας Γερμανός. Εκεί που ταξίδευαν έρχεται η αεροσυνοδός και τους λέει: Το αεροπλάνο είναι βαρύ και θα πέσει. Η μόνη λύση είναι να πηδήξει κάποιος. Θα βάλουμε κλήρο να δούμε ποιος θα πέσει. Βάζουν κλήρο, και ο κλήρος πέφτει στον Έλληνα. Πηδάει αυτός από το αεροπλάνο, αλλά πιάνεται από το φτερό. Μέσα στο αεροπλάνο δεν κατάλαβαν τι έγινε, και επειδή το αεροπλάνο εξακολουθούσε να είναι υπέρβαρο ξανάβαλαν κλήρο. Αυτήν την φορά έπεσε στον Γερμανό. Πέφτει και αυτός από το αεροπλάνο, αλλά πιάνεται από τα πόδια του Έλληνα. Επειδή το αεροπλάνο ήταν ακόμα βαρύ, αναγκάστηκαν να ξαναβάλουν κλήρο. Ο κλήρος έπεσε στον Τούρκο, και αναγκάστηκε και αυτός να πηδήξει από το αεροπλάνο. Πηδώντας όμως, πιάστηκε από τα πόδια του Γερμανού. Τώρα ο Έλληνας σήκωνε και τον Γερμανό και τον Τούρκο και δεν άντεχε. Για να διώξει τον Τούρκο, αρχίζει να τραγουδά: Όπα, σινανάι, γιαβρούμ. Πάει να κάνει όπα ο Τούρκος, πέφτει κάτω. Μετά από λίγο ο Έλληνας ήθελε να ξεφορτωθεί και τον Γερμανό και λέει: Χάιλ Χίτλερ! Χάιλ! λέει και ο Γερμανός κάνοντας με το χέρι του τον χαιρετισμό και πέφτει και αυτός. Να μαλ*κες! λέει ο Έλληνας και τους μουντζώνει με τα δυο χέρια!!!