Αναζήτηση
Showing results for tags 'touch screen'.
Found 1 result
-
Οι οθόνες αφής είναι πλέον κάτι συνηθισμένο στις μέρες μας. Κάθε συσκευή που «σέβεται» τον εαυτό της δίνει στον χρήστη τη δυνατότητα αλληλεπίδρασης με αυτήν μέσω απλών «αγγιγμάτων». Σύμφωνα όμως με την ιστοσελίδα New Scientist, ένας ιδιαίτερα σοβαρός κίνδυνος φαίνεται πως ελλοχεύει στο κοντινό μέλλον, εξαιτίας του οποίου ενδέχεται να οδηγηθούμε σε εξάντληση των αποθεμάτων οθονών αφής αλλά και σε κατασκευαστικά προβλήματα. Ποιος είναι αυτός; Ένα χημικό στοιχείο, ονόματι ίνδιο. Το ίνδιο είναι υποπροϊόν που προέρχεται από την εξόρυξη μολύβδου και ψευδαργύρου και αποτελεί ένα από τα βασικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται στις οθόνες αφής, κύριο συστατικό της χημικής ένωσης - ονόματι ITO - που χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη για την κατασκευή τους. Αν και ιδιαίτερα ακριβό, δυσεύρετο και δύσκολο κατά την επεξεργασία, όταν ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια δίνει νέα «πνοή» στο smartphone που έχουμε στην τσέπη μας, αφήνοντας πίσω την ανάγκη για πληκτρολόγια και πενάκια. Σύμφωνα όμως με τον καθηγητή Thomas Graedel από το Πανεπιστήμιο του Γέιλ και υπεύθυνο του προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών γύρω από τα ορυκτά μέταλλα, τα εναπομείναντα αποθέματα ινδίου βρίσκονται σε ιδιαίτερα ανησυχητικά επίπεδα και αναμένεται πως θα εξαντληθούν έως το 2020. Όπως ο ίδιος αναφέρει, αν και δεν μπορεί να υπολογιστεί με ακρίβεια ποια είναι η ποσότητα που έχει απομείνει, έρευνες δείχνουν πως υπάρχουν 16.000 τόνοι παγκοσμίως, με το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών εντός της Κίνας. Διαιρώντας τον αριθμό αυτό με το ρυθμό κατά τον οποίο γίνεται η εκμετάλλευση του συγκεκριμένου στοιχείου, ο καθηγητής καταλήγει πως απομένουν δέκα χρόνια για να βρεθεί λύση γύρω από το συγκεκριμένο πρόβλημα, αλλιώς είναι πολύ πιθανό πως θα υπάρξουν κατασκευαστικές δυσκολίες, τόσο γύρω από τις οθόνες αφής όσο και με άλλα προϊόντα που κάνουν χρήση αυτού. Επίσης, παρότι ενδέχεται να εντοπιστούν νέες πηγές ινδίου, αυτές δεν αναμένεται να ικανοποιήσουν τις ανάγκες της αγοράς και σε συνδυασμό με την μείωση των εξαγωγών από πλευράς Κίνας, το πρόβλημα επιδεινώνεται. Για τον λόγο αυτό, οι επιστήμονες έχουν ήδη ξεκινήσει να δοκιμάζουν νέα υλικά και διαφορετικές μεθόδους, για την αντιμετώπιση του θέματος. Μένει να φανεί ποια θα είναι η πιο αρμόζουσα εναλλακτική και αν αυτή θα βρει εγκαίρως πρακτικές εφαρμογές. Το πλήρες και αναλυτικό άρθρο που δημοσιεύτηκε στον New Scientist είναι διαθέσιμο εδώ (απαιτείται εγγραφή για πρόσβαση).